Στέφανος Κασιμάτης
Ο Αργύρης Ντινόπουλος είναι με τη Δούρου, το είπε – και, για να μην έχουμε αμφιβολία, μας το δείχνει κιόλας με το βλέμμα. Το βλέμμα στο οποίο μπορούμε να δούμε τη δύναμη των αήττητων της ζωής: τον τοίχο στον οποίο η λογική σπάει τα μούτρα της...Για κάποιον περίεργο λόγο που ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω, οι δημοσιογράφοι που μεταπηδούν στην πολιτική συνηθίζουν να υποστηρίζουν, πάντα με την ίδια στερεότυπη ψωροπερηφάνια, ότι πάνω απ’ όλα τα άλλα παραμένουν Δημοσιογράφοι – με το δέλτα κεφαλαίο και ένα «ταρατατζούμ» ως υπόκρουση. (Δεν καταλαβαίνουν, βέβαια, οι αφελείς ότι έτσι κάνουν τη θέση τους δύο φορές χειρότερη, αλλά αυτό δεν είναι της παρούσης...) Ο Αργύρης Ντινόπουλος, υπουργός Εσωτερικών, απέδειξε την περασμένη Παρασκευή ότι και σήμερα, ως υπουργός, παραμένει ο ίδιος δημοσιογράφος που συνέβαλε κάποτε με τις «αρκουδιές» του στα Ιμια, ώστε η Ελλάδα με την Τουρκία να φθάσουν στο παρά τρίχα της σύρραξης. (Υπηρεσία για την οποία ο εξυπνότερος λαός του κόσμου επιβράβευσε τον Ντινόπουλο, κάνοντάς τον δήμαρχο πρώτα και έπειτα βουλευτή.)
Προχθές το πρωί, λοιπόν, ο Ντινόπουλος πήρε το ύφος των εκατό καρδιναλίων και, με το θράσος χιλίων πιθήκων, δήλωσε ότι, στην «κόντρα της Δούρου με τον Μητσοτάκη», αυτός είναι «με τη Δούρου». Μάλιστα, θύμισε σχετικώς τις θέσεις που είχε εκφράσει μόλις ανέλαβε το υπουργείο, δηλαδή ότι θέλει εργασιακή ειρήνη και γι’ αυτό είναι κατά των απολύσεων. Και μόνον από τον τρόπο με τον οποίο ο Ντινόπουλος πρόφερε το όνομα Μητσοτάκης, όποιος έτυχε να ακούσει το επίμαχο απόσπασμα της συνέντευξης, κατάλαβε τι του συνέβη. Ομολογουμένως, δεν είδα την τηλεοπτική εικόνα· από την εκφορά του ονόματος όμως δεν μου έμεινε καμιά αμφιβολία ότι εκείνη τη στιγμή ο Ντινόπουλος ένιωθε σαν να γυρίζει από διακοπές και να μυρίζει τα σκουπίδια που ξέχασε να βγάλει από το σπίτι προτού φύγει. Πολιτικοί, ιδεολογικοί, επαγγελματικοί; Οποιοι και αν είναι οι λόγοι που προκαλούν τόσο έντονα συναισθήματα στον Ντινόπουλο, το γεγονός είναι πάντως ότι η αντιπάθειά του για τον Μητσοτάκη δεν κρύβεται.
Τασσόμενος υπέρ της «νομιμότητας», όπως την επικαλέστηκε η Δούρου, ίσως ο Ντινόπουλος να μην κατάλαβε αμέσως ότι η Δούρου χρησιμοποιεί τη νομιμότητα ως ευφημισμό, με τον οποίο εννοεί στην πραγματικότητα την κομματική κάλυψη που παρέχει ο ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ) σε όσους ενσυνειδήτως εξαπάτησαν το κράτος, καταθέτοντας πλαστά πιστοποιητικά για την πρόσληψή τους στο Δημόσιο. Δεν θεωρώ εντελώς απίθανη την παραπάνω εκδοχή, διότι ας μην ξεχνάμε ότι, σύμφωνα με τον αναφερθέντα στην αρχή ισχυρισμό των δημοφιλέστερων εκπροσώπων του επαγγέλματος, στην Ελλάδα η δημοσιογραφία είναι ανίατη κατάσταση του πνεύματος. (Ευτυχώς, το φαινόμενο πάντως δεν έχει πάρει τις διαστάσεις του Εμπολα...)
Το πιθανότερο, εντούτοις, είναι ο Ντινόπουλος να είχε αντίληψη του ευφημισμού· αλλιώς δεν βλέπω γιατί να μπει στον κόπο να υπενθυμίσει την άρνησή του στις απολύσεις ακόμη και των απατεώνων. Αλλά, ως «πάντα και πάνω απ’ όλα δημοσιογράφος», φαίνεται ότι ο Ντινόπουλος ενήργησε με το επαγγελματικό ένστικτο: όρμησε απερίσκεπτα προς τα εκεί που έχει ψήφους. Οπως, δηλαδή, κάποτε εφορμούσε προς την υψηλή τηλεθέαση, με ρεπορτάζ που άφησαν εποχή για το ύφος της σοκαρισμένης μικροαστικής αφέλειας που απέπνεαν. (Θυμίζω, λ.χ., την ιστορική συνέντευξή του με τον ρέιβερ που έβλεπε κύκλους – και, υποθέτω, συνεχίζει να βλέπει, διότι η βλάβη του εγκεφάλου του ήταν ανήκεστος...)
Διέφυγε, ωστόσο, από την αντίληψη του Ντινόπουλου το γενικότερο θέμα, μέσα στο οποίο η ψηφοθηρία του είναι μια ασήμαντη λεπτομέρεια: ότι η διαμάχη μεταξύ Μητσοτάκη και Δούρου αφορά την επιλογή μεταξύ της εφαρμογής του νόμου και της ανοχής στην ανομία. Αυτό είναι το ζήτημα και από την απάντηση που θα δώσει η κυβέρνηση εξαρτάται η αξιοπιστία της απέναντι στους ψηφοφόρους της – τίποτε λιγότερο από αυτό. Ομως ο Ντινόπουλος, ελαφρά τη καρδία, συντάχθηκε με την ανομία, προκαλώντας γενική σύγχυση στο σύστημα. Ισως γι’ αυτόν η πολιτική της κυβέρνησης επάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα να είναι εξίσου άγνωστη όσο και η ταυτότητα του λεγόμενου «ενοίκου του τάφου» για τους αρχαιολόγους που σκάβουν στην Αμφίπολη. Ισως στο μυαλό του να θεωρεί φυσιολογική την ομοιότητα της διακυβέρνησης μιας χώρας σε κρίση με τη διαδικασία της αρχαιολογικής ανασκαφής: βλέποντας και κάνοντας προχωρούν οι αρχαιολόγοι, ομοίως και ο Ντινόπουλος. Αν ισχύει αυτό, εν μέρει δεν έχει και άδικο· διότι, από την άλλη πλευρά, βλέπουμε και τους αρχαιολόγους, σχετικούς και άσχετους, να εκτίθενται σε δημόσιους καβγάδες για το μνημείο που έφερε στο φως η ανασκαφή, λες και είναι όλοι τους εκεί παρόντες.
Εν τω μεταξύ, όσο εμείς παρακολουθούμε μαγεμένοι στη λεγόμενη «κεντρική πολιτική σκηνή» τον Ντινόπουλο να βλέπει τους κύκλους της πολιτικής, της τηλεόρασης και της τηλεαρχαιολογίας να μπερδεύονται, θυμίζω ότι ο ηρωικός και ανυπότακτος Σήφης ο «κορκόδειλας» παραμένει ασύλληπτος. Ελεύθερος και ωραίος πάντα, ο κροκόδειλος του Νείλου που βρέθηκε να ζει στο Ρέθυμνο και έχει βολευτεί μια χαρά εκεί πέρα, παραμένει ένα ζωντανό σύμβολο του πεπρωμένου της χώρας και του λαού της προς την αφρικανοποίηση...
Έντυπη
πηγή: http://www.kathimerini.gr/785767/opinion/epikairothta/politikh/mia-kwmikotragikh-periptwsh
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου