Ο χρόνος συνυφαίνεται με τη ζωή και την κατευθύνει στον θάνατο. Όπως οι επιβάτες του πλοίου οδηγούνται στο λιμάνι, έστω και αν κοιμούνται και δεν αντιλαμβάνονται τίποτε, έτσι και οι άνθρωποι με το πέρασμα του χρόνου οδηγούνται φυσιολογικά στο τέλος της ζωής τους. «Κοιμάσαι και ο χρόνος σε παρατρέχει. Είσαι ξυπνητός και έχεις φροντίδες, αλλά η ζωή δαπανάται, έστω και αν αυτό δεν γίνεται αντιληπτό. Όλοι τρέχουμε κάποιον δρόμο, σπεύδοντας ο καθένας προς το τέλος… Όλα περνούν και μένουν πίσω σου… Τέτοια είναι η ζωή. Ούτε οι χαρές της είναι μόνιμες ούτε οι λύπες της διαρκείς. Και ο δρόμος δεν είναι δικός σου, ούτε τα παρόντα δικά σου»[7]. Η ηλικία του καθενός δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ο χρόνος της ζωής του που πέρασε και χάθηκε. Χαιρόμαστε, λέει ο Μ. Βασίλειος, που μεγαλώνουμε και προσθέτουμε χρόνια στην ηλικία μας, σαν κάτι να κερδίζουμε. Και θεωρούμε ευχάριστο πράγμα, όταν κάποιος από παιδί γίνεται άνδρας και από άνδρας πρεσβύτης. Λησμονούμε όμως ότι κάθε φορά χάνουμε από τη ζωή μας τόσο, όσο ακριβώς ζήσαμε· και δεν έχουμε την αίσθηση ότι δαπανάται η ζωή μας, μολονότι την μετρούμε πάντοτε με βάση το μέρος της που πέρασε και χάθηκε. Ο άνθρωπος, χωρίς συνήθως να σκέπτεται την αδυσώπητη παρουσία του χρόνου, αδιαφορεί για την ύπαρξή του, ή ακόμα τον ξεχωρίζει από τον εαυτό του και τον αντικειμενοποιεί. Ο καθένας π.χ. μιλάει για την προσκαιρότητα του ανθρώπου και την εννοεί ως αντικειμενική διαπίστωση που δεν συνδέεται άμεσα με τον εαυτό του. Εύκολα συλλογίζεται ότι μπορεί το περιβάλλον του να μεταβληθεί ή οι άλλοι να πάψουν κάποτε να υπάρχουν, σπάνια όμως σκέφτεται ότι αυτό θα συμβεί οπωσδήποτε και στον ίδιο. Συνηθίζει να λέει ότι όλα περνούν και χάνονται, αλλά θεωρεί σχεδόν αυτονόητο ότι αυτός θα υπάρχει, για να διαπιστώνει τη φθορά και την παρέλευσή τους.
Η αντικειμενοποίηση δημιουργεί συχνά σοβαρές πλάνες. Ειδικότερα η αντικειμενοποίηση του χρόνου αλλοιώνει το νόημα της ζωής και οδηγεί στη σύγχυση και την αυταπάτη. Ο χρόνος δεν αποτελεί για τον άνθρωπο μιαν απλή αντικειμενική διαδικασία, αλλά βαθύτατη υπαρξιακή πραγματικότητα. Άλλωστε ο χρόνος δεν αφορά τόσο τα αντικείμενα, όσο την προσωπική μας ύπαρξη. Γι’ αυτό μόνο η υπαρξιακή βίωσή του απαλλάσσει τον άνθρωπο από την απάτη που δημιουργεί η αντικειμενοποίησή του. Και η ορθή τοποθέτηση μέσα στον χρόνο αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ορθή αντιμετώπιση της ζωής και τη σωστή δράση μέσα στον κόσμο.
Άλλη βασική πλάνη, που αναφέρεται στον τρόπο βιώσεως του χρόνου, είναι η ακόλουθη: Ο άνθρωπος λησμονεί συνήθως το νόημα της ζωής του μέσα στο παρόν και το αναζητεί στο διαρκώς προσδοκώμενο μέλλον. Ανικανοποίητος από αυτό που έχει στο παρόν, φροντίζει να τραφεί με τις ελπίδες του μέλλοντος. «Τοιούτος γάρ υπάρχει όλος ο των ανθρώπων βίος μη αρκούμενος τοις φθάσασιν, αλλά τρεφόμενος ου τοις φθάσασι μάλλον αλλά τοις μέλλουσιν»[8]. Με τον τρόπο αυτόν ο άνθρωπος δρα και κινείται μέσα στον κόσμο, σαν να επρόκειτο να ζει αιώνια. Και συνήθως συμπληρώνει ολόκληρη την επίγεια ζωή του μένοντας στο στάδιο της προπαρασκευής του μέλλοντος. Έτσι το μέλλον γίνεται δυνάστης του ανθρώπου, ενώ το παρόν μεταβάλλεται σε απλό μέσο για την επίτευξη των μελλοντικών στόχων και επιδιώξεών του· αντιμετωπίζεται ως απλή γέφυρα που οδηγεί στο μέλλον. Και επειδή εκείνο που ζει ο άνθρωπος δεν είναι το μέλλον αλλά το παρόν, συμβαίνει να κινείται διαρκώς επάνω στη γέφυρα, χωρίς ποτέ να φτάνει στο σκοπό του.
Το φαινόμενο αυτό προσέλαβε οξύτερη μορφή από τα τέλη του εικοστού αιώνα με την αλματώδη ανάπτυξη της επιστήμης και ιδιαίτερα της πληροφορικής. Ο άνθρωπος βρέθηκε αντιμέτωπος με κοσμογονικές εξελίξεις, που υπερβάλλουν τη φαντασία του και εντείνουν περισσότερο τις προσδοκίες του από το μέλλον. Ένας παγκόσμιος επικοινωνιακός ιστός, με απεριόριστη ευλυγισία μέσα στον χώρο, διευκολύνει τις επικοινωνίες και τις συναλλαγές του, ενώ ταυτόχρονα φαλκιδεύει τη ψυχική ηρεμία και την προσωπική ζωή του. Ήδη γίνεται λόγος για μια νέα ασθένεια, το σύνδρομο της πληροφοριακής κοπώσεως, που προέρχεται από την υπερφόρτωση του νου με πληροφορίες. Και ενώ ο άνθρωπος φορτώνεται με πληροφορίες, φτωχαίνει σε πραγματική μόρφωση, αυξάνει το άγχος του και περιορίζει τις ικανότητές του για αυτοσυγκέντρωση, απομνημόνευση και λήψη αποφάσεων[9].
Όσα αναφέραμε έως εδώ για τον χρόνο και τη ζωή μας μέσα σε αυτόν αποκαλύπτουν μια σειρά αντιφάσεων:
α) Η ζωή μας μέσα στον χρόνο, ενώ κυριαρχείται από αυτόν, φανερώνει συγχρόνως και τη δυνατότητα της υπερβάσεώς του.
β) Ο χρόνος που ζούμε, ενώ παρουσιάζεται ως μετρητής της ζωής μας, είναι ταυτόχρονα και μετρητής του αφανισμού μας.
γ) Ενώ γνωρίζουμε ότι ο χρόνος είναι και μετρητής του αφανισμού μας, αποφεύγουμε να αναγνωρίσουμε τις συνέπειές του στον εαυτό μας και τις διακρίνουμε στους άλλους ή στο περιβάλλον μας, όπου διαπιστώνουμε την αντικειμενική και πάλι επαλήθευσή τους.
δ) Τέλος, ενώ αυτό που ζούμε πάντοτε είναι το παρόν, καλλιεργούμε συνειδητά μια χρονική ανεστιότητα, μεταθέτοντας το εκάστοτε ενδιαφέρον μας στο μέλλον, που άρχισε να γίνεται χαοτικό.
[Συνεχίζεται]
Βλ. Μ. Βασιλείου, Ομιλία εις Ψαλμόν 1, 4, PG 29, 220D-21A.
Μ. Βασιλείου, Επιστολή 42, 1, PG 32, 349.
Βλ. Ι. Γιανναράκη, «Ο παγκόσμιος εγκέφαλος του διαδικτύου», Οικονομικός Ταχυδρόμος, φ. 52 (2590), 25.12.2003, σ. 21.
πηγή: http://www.pemptousia.gr/2015/01/o-chronos-ke-i-anthropini-zoi/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου