Ὑπάρχει μιὰ ὁρισμένη διαφάνεια ποὺ δὲν παραπληροφορεῖ, ἁπλῶς, ἀλλὰ κατὰ κανόνα εὐτελίζει − ὅταν δὲν ἐξευτελίζει. Πρόκειται γιὰ τὴ θεληματικὴ «αὐτοδιαφανοποίηση» μὲ τὶς δημόσιες ἐκμυστηρεύσεις, ὅπου ὅλα τὰ ἐν οἴκῳ ἐκτίθενται ἐν δήμῳ, ἐπωνύμως κι αὐτοπροσώπως, περιλαμβάνοντας καθ’ ὁδὸν καὶ ἄλλα πρόσωπα, ἀμέτοχα κι ἀνυποψίαστα, πρὸς μεγάλη τέρψη τοῦ φιλοθεάμονος κοινοῦ. Στὴν ἐμπορεύσιμη αὐτή «διαφάνεια» ὑπάγονται χονδρικῶς δύο κατηγορίες ψυχικοῦ ἐκθεατρισμοῦ: οἱ αὐτάρεσκες ἐκμυστηρεύσεις μὲ χαρακτήρα εὐτελιστικό, καὶ οἱ δραματικὲς ἐξομολογήσεις πασχόντων ἀτόμων μὲ χαρακτήρα αὐτοεξευτελιστικό.
Ἡ πρώτη περιλαμβάνει τὶς ἐκμυστηρεύσεις (κυρίως σὲ περιοδικὰ καὶ κιτσοχλιδάτες ἐκπομπὲς λαϊφστάιλ) ἐκθειαζόμενων – καὶ αὐτοεκθεσιαζόμενων ἀτόμων ποὺ θέτουν ὑποψηφιότητα ἐπωνυμίας· ἢναρκισσευόμενων ἐλαφροαστέρων εἰς ἀναζήτηση μεγαλύτερης ἐπιφανείας διὰ τῆς ἐμφανείας· ἢ μετόχων σὲ ριάλιτι τηλεπαιχνίδια τύπου Μεγάλου Ἀδελφοῦ κ.λπ., εἰς ἀναζήτηση χρηματικοῦ ἐπάθλου κι ἐφαλτηρίουφήμης· εἴτε ἁπλῶς ὅσων διεκδικοῦν ὅπως ἔλεγε ὁ Ἄντυ Γουόρχολ τὸ δεκαπεντάλεπτο τῆς τηλεοπτικῆς διασημότητος ποὺ κάθε ἄνθρωπος δικαιοῦται γιὰ μία τουλάχιστον φορὰ στὴ ζωή του.
Ἐκεῖνο ποὺ ἐκπλήσσει εἶναι ἡ αὐτάρεσκη εὐκολία μὲ τὴν ὁποία ἐκτίθενται σὲ κοινὴ θέα – καὶ σκηνοθετοῦνται σὲ θέαμα – οἱ ἀπόρρητες ἐκ πρώτης ὄψεως ψυχικὲς στιγμές. Αὐτὸ δείχνει τὴν ἀνάγκη τοῦ φαίνεσθαικαὶ τῆς ἐπιδοκιμασίας ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ καὶ κάτι ἄλλο: πὼς ἡ ἐκμυστήρευση ἀνεβαίνει εὔκολα στὴν ἐπιφάνεια γιατὶ δὲν ἔρχεται ἀπὸ μεγάλο βάθος, πιθανώτατα διότι δὲν ὑπάρχει καὶ τέτοιο βάθος.
Ἐκεῖνο ποὺ ἐκτίθεται εἶναι κάποια παρασκήνια ἴσως τοῦ ἑαυτοῦ ὄχι ὅμως βαθύτερες ἐσοχές, ἄδηλες καὶ μὴ ἀνιχνεύσιμες σὲ μιὰ ρηχὴ ἐνδοχώρα, ἀπ’ ὅπου φαίνεται πὼς ἀπουσιάζει ἡ πολύτιμη ἐκείνη μυχιότης ποὺεἶναι βιώσιμη μόνο στὸ πλαίσιο μιᾶς ἀπόλυτης προσωπικῆς σχέσης, ὅπου τὰ πρόσωπα εἶναι χωρὶς ἰσοδύναμο τὸ ἕνα γιὰ τὸ ἄλλο, κι ὅπου αὐτὴ ἡ σχέση ἔχοντας βάθος ἐσωτερικὸ καλλιεργεῖ ἀκριβῶς κι αὐτὴν τὴμυχιότητα, τὴν οἰκεία στὸν καθένα ἐσωτερικότητα κι εὐαισθησία. Ὅταν, ὅμως, στὴ σύγχρονη συνθήκη τοῦ γενικευμένου καταναλωτικοῦ ἤθους καὶ τῆς ἀγοραίας λογικῆς, τὰ ἄτομα παγιδεύονται στὴν ἐπιφάνεια τοῦἑαυτοῦ των, ὑποκαθιστώντας στὴ διάρκεια τὴ βραχύβια ποικιλία, ὅπου οὐδὲν ἐναλλαξιμώτερον τοῦ ἀναντικατάστατου καὶ ὅπου οἱ σχέσεις, βιωνόμενες ὡς ἀντικαταστατὲς μεταξὺ ἀτόμων ἀντικαταστατῶν,ὑποβαθμίζονται μοιραῖα, τότε τὰ τελευταῖα εὔκολα βγάζουν τὸ μέσα πρὸς τὰ ἔξω ἀκριβῶς γιατὶ αὐτὸ τὸ μέσα βρίσκεται πολὺ κοντὰ στὸ ἔξω, ὁπότε κι ἡ δημοσιοποίησή του δὲν κοστίζει πολλὰ πράγματα διότι καὶ τὰδημοσιοποιούμενα δὲν σημαίνουν πολλὰ πράγματα.
Δὲν ἀποτελοῦν δηλαδὴ βίωμα πολύτιμο καὶ αὐταξιωμένο, ἀλλὰ μᾶλλον «μέσον» καὶ «ἀτοῦ» αὐτοδιαφημιστικῆς προβολῆς, γι’ αὐτὸ καὶ εὔκολα προσφέρονται στὴν ὀφθαλμολαγνικὴ βουλιμία τοῦ κοινοῦ,ἀνταλλάσσοντας, σὲ ὀθόνες καὶ περίπτερα, τὶς ἀπόρρητες στιγμὲς μὲ ἐφήμερη συνήθως ἔξοδο ἀπὸ τὴν ἀφάνεια ἢ μὲ ἄμεσα ὑλικὰ ὀφέλη καὶ προσδοκία κάποιας προοπτικῆς· εἴτε ἁπλῶς μὲ ἱκανοποίηση αὐτάρεσκωναἰσθημάτων, καὶ γενικὰ μὲ διεύρυνση κοινωνικῆς ἐπιφανείας χάρη στὴν ἀβανταδόρικη τηλε-ἐμφάνεια, ὅπου ὁ ἐσωτερικὸς κόσμος καθίσταται «διαφανής» ἐκθεσιαζόμενος μὲ μοδάτη ἐπιτήδευση, ἀρχῆς φυσικὰγενομένης ἀπὸ τὸ πιὸ ἐνδιαφέρον καὶ θελκτήριο: σεξουαλικὲς προτιμήσεις καὶ ἰδιομορφίες.
Ἔτσι, ὅσο εὔκολα γδύνεται πλέον τὸ σῶμα δημοσίως, γινόμενο ἐμπόρευμα (ὡς παράσταση ὀπτικὸ-εἰκονική, ἑστία συστήματος σημείων ἀνέραστου ἐρωτισμοῦ κι ἀναμεταδότης ἄλλων ἐμπορευμάτων), ἄλλο τόσοἐκτίθεται σὲ κοινὴ θέα καὶ ὅ,τι ἀπομένει ἀπὸ μιὰ ἐσωτερικότητα στὴν ὁποίαν ἔχουν ἐπιπέσει ἔμποροι, διαφημιστὲς καὶ ΜΜΕ, μετατρέποντάς την σὲ ἐσωτερικότητα ἐπικερδή, σὲ ἕνα ἀκόμα ἐμπόρευμα κοντὰ στὰ ἄλλα,τηλεοπτικὸ καὶ διαδικτυωμένο. Ὁπότε ἡ τέτοια διαφάνεια − ἀλλὰ σ’ αὐτὸ τὸ ἐπίπεδο δὲν ὑπάρχει ἄλλη – ἀναδείχνεται σὲ μείζονα ἐχθρὸ τῆς ἐσωτερικότητος, τῆς μόνης ἀντιολισθητικῆς δυνάμεως ἀπέναντι στὴ φθορά.
Γιάννης Καλιόρης
(Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἡ κοινωνία τῆς ὀρθοπεταλιᾶς», ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2004, σελ. 437-439)
πηγή: http://www.alopsis.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου